αγιοδημητριάτικο

αγιοδημητριάτικο
το Βοτ.
ονομασία που δίνεται σε είδη τού γένους Χρυσάνθεμο (Chrysanthemum), επειδή ανθίζουν τον Οκτώβριο, μήνα τής γιορτής τού αγίου Δημητρίου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ον. άγιος Δημήτρης + κατάληξη -ιάτικος].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • αγιοδημητριάτικο — το το χρυσάνθεμο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • αϊδημητριάτικος — αϊδημητριάτικος, η, ο και αγιοδημητριάτικος, η, ο 1. αυτός που ανήκει στο μήνα της γιορτής του Αϊ Δημήτρη (Οκτώβριο). 2. το ουδ. ως ουσ., αϊδημητριάτικο και αγιοδημητριάτικο σημαίνει το χρυσάνθεμο: Του πήγε ένα μπουκέτο ωραία αγιοδημητριάτικα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • χρυσάνθεμο — το είδος φυτού, αγιοδημητριάτικο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”